Δευτέρα 7 Μαΐου 2018

Κλεισούρα «Νταούλι» 5 Απριλίου- Βογατσικό 6 Μαίου 1944. Ο κύκλος του αίματος.


"Νταούλι"  5  Απριλίου 1944

Η Κλεισούρα βρίσκεται στις βόρειες παρυφές του βουνού Μουρίκι και σε υψόμετρο χιλίων διακοσίων πενήντα μέτρων. Η διάβαση που σχηματίζεται ανάμεσα στο Βέρνο (Βίτσι) και στο Μουρίκι, γνωστή ως «Νταούλι» επιτρέπει την οδική σύνδεση της Έδεσσας με την Καστοριά και της Κοζάνης με την Καστοριά μέσω Πτολεμαΐδας.
Εικόνες: Κλεισούρα Καστοριάς

 Η διάβαση της Κλεισούρας πέρασε πολλές φορές από τους  αντάρτες του ΕΛΑΣ στο γερμανικό έλεγχο και το αντίστροφο, στα χρόνια της Κατοχής. Οι συγκρούσεις μεταξύ των Γερμανών και των ανταρτών, που διεξήχθησαν στην περιοχή το 1943, είχαν ως στόχο την απόκτηση του ελέγχου της συγκεκριμένης διάβασης, γεγονός που θα εξασφάλιζε τον ανεφοδιασμό των δυνάμεων της κάθε πλευράς. Για τον ΕΛΑΣ το «Νταούλι» αποτελούσε μια πρώτης τάξεως τοποθεσία για ενέδρες, ενώ εξυπηρετούσε και τον ανεφοδιασμό των τμημάτων της Βορείου Πίνδου. Για τους Γερμανούς ο έλεγχος της συγκεκριμένης διάβασης ήταν πρωτίστης σημασίας για τον απρόσκοπτο ανεφοδιασμό των στρατευμάτων που στάθμευαν στη Δυτ. Μακεδονία και κυρίως στην Ήπειρο και για τη διασφάλιση της οδικής σύνδεσης με τη Θεσσαλονίκη.  Από τις αρχές του 1943, η Κλεισούρα ασφυκτιούσε αφενός, από τις έντονες πιέσεις  των ανταρτών του ΕΛΑΣ να στρατολογήσουν τους άντρες του χωριού, οι οποίες στάθηκαν άκαρπες και αφετέρου, από τους Κομιτατζήδες των γειτονικών χωριών, οι οποίοι είχαν οπλιστεί από τους Ιταλούς το 1943 και από τους Γερμανούς το 1944. Ένοπλες ομάδες Κομιτατζήδων επισκέπτονταν συχνά την Κλεισούρα προτρέποντας τους χωρικούς να συνδράμουν για την ευόδωση των βουλγαρικών στόχων στην περιοχή. Από το καλοκαίρι ακόμη, του 1943 οι γερμανικές αρχές θεωρούσαν  την Κλεισούρα ως το προπύργιο των ανταρτών και το μόνο που περίμεναν ήταν να δοθεί μια αφορμή για να πυρποληθεί. Έτσι θα εξασφάλιζαν την ασφαλή μετακίνηση των στρατευμάτων τους κατά μήκος του νευραλγικού οδικού άξονα  Καστοριάς- Αμυνταίου. Αυτή η αφορμή δόθηκε από τον ΕΛΑΣ με την ενέδρα που έστησε σε μια γερμανική φάλαγγα, στο «Νταούλι» και το φόνο δύο ή τριών Γερμανών στρατιωτών.
Τη νύχτα της 4ης προς την 5η Απριλίου 1944, μια διμοιρία με περίπου σαράντα άνδρες του ΕΛΑΣ Σινιάτσικου, με επικεφαλής τον Αλέξη Ρόσιο (Υψηλάντη), καθηγητή φιλολογίας από τη Σιάτιστα, έφτασε από τη Βλάστη στην Κλεισούρα. Σκοπός τους ήταν να στήσουν ενέδρα σε γερμανική φάλαγγα η οποία θα περνούσε από τη στενωπό της Κλεισούρας το πρωί της 5ης Απριλίου.  Είχαν επιστρατευτεί και άντρες του εφεδρικού ΕΛΑΣ από τον Πελεκάνο, το Δρυόβουνο, το Σισάνι και το Μελιδόνι.  Το πρωί της 5ης Απριλίου, σύμφωνα με μαρτυρίες πολλών επιζώντων, η Κλεισούρα ήταν περικυκλωμένη από τους αντάρτες οι οποίοι απαγόρευαν στους κατοίκους την έξοδο από το χωριό, αλλά και τη βόσκηση των ζώων. Ο λοχαγός Γκέρχαρντ  Κλίνγκενχεφερ έλαβε άδεια από τον Σύμερς (Διοικητή Συντάγματος) να επισκεφτεί  μια μονάδα στην Καστοριά. Η συνοδεία του δέχτηκε επίθεση από τον Ρόσιο και τους άντρες του.  Σύμφωνα με μαρτυρία του Γκ. Κλίνγκενχεφερ, μετά  από τρίωρη μάχη στην οποία τραυματίζεται , συναντιέται με  τον Σύμερς στην Πτολεμαίδα. Ο Σύμερς διατάζει επιχείρηση εναντίον της Κλεισούρας. Όλοι οι κάτοικοι εκτελέστηκαν, ανεξαρτήτως ηλικίας και φύλου. Για τον Σύμερς, οι γυναίκες αποτελούσαν  «θηλυκούς σκοπευτές». Ο επίλογος της τραγωδίας σε ανθρώπινα θύματα ήταν 277 νεκροί και 30 τραυματίες.
Σχετικά με τους νεκρούς Γερμανούς, οι απώλειες πρέπει να ήταν οι μπροστινοί μοτοσικλετιστές οι οποίοι δέχτηκαν πρώτοι τα πυρά. Υπήρξαν  δυο η τρεις νεκροί.  « Κοινό σημείο των πληροφοριών   από όλες τις μαρτυρίες είναι πως τα σώματα των νεκρών Γερμανών κακοποιήθηκαν στη συνέχεια από τους αντάρτες».  Η κακοποίηση αυτή, θεωρήθηκε από πολλούς πως ήταν η αιτία της αγριότητας με την οποία αντιμετώπισαν οι Γερμανοί τους κατοίκους της Κλεισούρας. Ένα μήνα μετά, στις 6 Μαΐου 1944, οι Γερμανοί συνέλαβαν δέκα άντρες (στο δημόσιο δρόμο, στην περιοχή του Βογατσικού)  και στη συνέχεια τους εκτέλεσαν, στο «Νταούλι» της Κλεισούρας.

  Βογατσικό 6 Μαΐου 1944

 Από τις αρχές Απριλίου η διοίκηση της 4ης Μεραρχίας των ες ες προετοίμαζε την εκκαθαριστική  επιχείρηση των ανταρτών  του Βερμίου. Οι Γερμανοί πραγματοποιούσαν εξονυχιστικές έρευνες σε κατοικημένες και δασώδεις περιοχές με αποτέλεσμα να μη υπάρχει  δυνατότητα διαφυγής για τον  άμαχο πληθυσμό. Γερμανικά στρατιωτικά τμήματα καταδίωκαν τους αντάρτες που προσπαθούσαν να καταφύγουν στην «Ελεύθερη Ελλάδα». Στις 6 Μαίου ένα τμήμα του ΕΛΑΣ με επικεφαλής τον Κωνσταντίνο Κολίτζα, επεχείρησε να  περάσει τον Αλιάκμονα, στο ύψος του Βογατσικού. 
Εικόνα: Χάρτης ευρύτερης περιοχής Βογατσικού (αρχείο Χρήστου Βελιάνου)

Πνίγηκαν πολλοί αντάρτες στο ποτάμι στην προσπάθεια τους να διαφύγουν και να φτάσουν απέναντι, στο χωριό Πλατανιά. Το ποτάμι ήταν «φουσκωμένο» καθώς έλιωναν τα χιόνια του χειμώνα, « και έπρεπε να ξέρεις πολύ καλά τον Πόρο (το πέρασμα) για να περάσεις απέναντι. Περνούσαν απ΄τα παλιάμπελα και έδεσαν μια τριχιά απ΄τη μια μεριά στ΄ν άλλ(η). Και  πιάστηκαν πολλοί αντάρτες από το φόβο… και κόπηκε η τριχιά και  πνίγηκαν πολλοί, τότε. Δέκα –δεκαπέντε. Και τους βρήκαν προς τα κάτω ύστερα». Πολλοί από τους κατοίκους του  Βογατσικού βοήθησαν τους αντάρτες να περάσουν απέναντι. «Ήταν ο Δημήτρης Τσιτσιπάτης, ο Τζήκας ο Μπλιάγκας, ήταν εδώ στα Παλιάμπελα, έγινε μεγάλο κακό. Και ο Τζήκας ο Καραλής (γιος του Θανάση) βοήθησε πολύ εκείν τ΄ν μέρα. Ο Λάκης ο Βαδραχάν΄ς είχε το «καλάθι» στου Κοντογιάννη». Εκείνη τη μέρα οι Γερμανοί συνέλαβαν δέκα άντρες από το Βογατσικό. Το Λάμπρο Βυτανιώτη, εβδομήντα χρόνων τον σκότωσαν στην περιοχή «Μπάνια» την ώρα που εργάζονταν στο χωράφι του,  ενώ συνέλαβαν τον γιο του Απόστολο. Συνέλαβαν επίσης, τον Χρήστο Μπάγγο, δάσκαλο, τον Δημήτριο Οικονόμου, τον Γεώργιο Ράκκα, το Ράλλη Σταυρίδη,  και στην περιοχή «Λαζαράκια» στα σύνορα με το Κωσταράζι, Τον Τριαντάφυλλο Πορτοτάση με τους γιους του Κωνσταντίνο και Χρήστο, καθώς και τους δυο γιους του Ιωάννη Πορτοτάση, Αθανάσιο και Χρήστο.( Οι πέντε τελευταίοι είχαν τα πρόβατα στην περιοχή). Όλους μαζί, τους οδήγησαν στην περιοχή «Νταούλι» λίγα χιλιόμετρα έξω από την Κλεισούρα και τους εκτέλεσαν. «Τους τέσσερις από αυτούς τους κρέμασαν στα τηλεγραφόξυλα και τους άφησαν  να αιωρούνται για μέρες», επιθυμώντας με αυτό τον τρόπο να παραδειγματίσουν και να τρομοκρατήσουν το λαό της Κλεισούρας, που ήδη βρίσκονταν σε βαρύ πένθος, αφού ένα μήνα πριν είχαν χάσει  προσφιλή τους άτομα, σπίτια και ζώα.   (Πληροφορίες ,από τη διδακτορική Διατριβή του Στράτου Δορδανά, Το αίμα των αθώων, αντίποινα των Γερμανικών αρχών Κατοχής στη Μακεδονία 1941-1944 . )

        

   Απόστολος Χαρ. Βυτανιώτης, Έδεσσα 1928     Χρήστος Μπάγγος, δάσκαλος, 1915-1944


Με την εκτέλεση της 6ης Μαίου στο «Νταούλι» ανακύπτουν  εύλογα, ερωτήματα, σχετικά με τη σκοπιμότητα που αυτή εξυπηρετούσε. Γιατί έγινε στο συγκεκριμένο μέρος; Και αν η επιλογή των δέκα ανδρών στο Βογατσικό ήταν τυχαία, ή   είχε σχέση με τις πολιτικές τους πεποιθήσεις. Ήδη από το 1943 αντάρτες και απλοί πολίτες είχαν εξισωθεί. Οι έντεκα άντρες βρέθηκαν σε λάθος σημείο τη λάθος στιγμή, όπως θα λέγαμε σήμερα. «Όταν τ΄ς έπιαναν οι Γιρμανοί , δεν ρωτούσαν: είσαι κουμουνιστής;» Οι κάτοικοι του χωριού δεν ήταν ασφαλείς. Τον ίδιο κίνδυνο να συλληφθούν από τους γερμανούς, είχαν, είτε παρέμεναν στο χωριό είτε κατέφευγαν στην εξοχή. « Οι  Γερμανοί πήγαιναν με τα αυτοκίνητα σιγά-σιγά, είχαν και τα πολυβόλα. Απορώ πως δεν μας πήραν και μας από το μαντρί. Το είχαμε πάνω στο δημόσιο δρόμο. Ήμαν με τον αδερφό μου το Θανάση. Ο μπαμπάς μ΄πέθανε το 43. Στ ΄Μπάνια που σκότωσαν το Λάμπρο  όργωνε κι ο Δήμος. Και μετά, με είπε τον γύρεψαν ταυτότητα οι Γερμανοί. Την είχε πάνω του. Οι σφαίρες έπεφταν βροχή στο άροτρο. Τους έδειξε τάχα από κει, και έφυγαν. Δεν τον πήραν μαζί τους». (μαρτυρία Δημητρίου Μπούρντα).   Η επιλογή της περιοχής (το «Νταούλι»), για την εκτέλεση  των δέκα αντρών έγινε σκόπιμα από τους Γερμανούς για να δείξουν την κυριαρχία τους πάνω στην περιοχή  έναντι των ανταρτών αλλά και για να τιμήσουν τους νεκρούς συντρόφους τους, που σκοτώθηκαν ένα μήνα πριν στην ίδια περιοχή. Κλεισούρα, «Νταούλι» 5 Απριλίου- 6 Μαίου 1944 ο κύκλος του αίματος είχε ολοκληρωθεί.

Κλεισούρα  5  Νοεμβρίου  2017   Νικόλαος Δόλλας ημερ. γέννησης 1928
Εικόνα: Νικόλαος Δόλλας

Π.Μ. Πώς ονομάζεστε;
Ν.Δ. Λέγομαι, το όνομά μου Νίκος και το επίθετο Δόλλας.
Π.Μ. Πότε γεννήθηκες κύριε Νίκο;
Ν.Δ. Πότε γεννήθηκα;  Το είκοσι οκτώ! Το 1928.
Π.Μ. Οι γονείς σου ποιοι ήταν;
Ν.Δ. Τη μάνα μου την έλεγαν Κατίνα και τον πατέρα μου Γεώργιο.
Π.Μ. Αδέρφια είχες;
Ν.Δ. Αδερφές! Αδέρφια δεν είχα.
Π.Μ. Να μιλήσουμε για το σαράντα. Είχες συγγενείς που πήγαν στον πόλεμο;
Ν.Δ. Πως, πως!
Π.Μ. Είχες θείους, ξαδέρφια, γείτονες;
Ν.Δ. Ναι, απάνω στην Αλβανία. Ο ένας σκοτώθηκε.
Π.Μ. Στην Κατοχή πώς περνούσατε; Τι θυμάσαι;
Ν.Δ. Εδώ όπως είναι η οροσειρά, την είχαν μοιράσει. Από δω μεριά οι Ιταλοί, απ΄την άλλη οι Γερμανοί. Οι Ιταλοί όχι ότι φέρθηκαν καλύτερα, αλλά ήταν πιο τυπικοί. Δεν ήταν τόσο αυστηροί όπως οι Γερμανοί.
Π.Μ. Έρχονταν στο χωριό Ιταλοί και Γερμανοί; Πώς σας φέρονταν εσάς, που ήσασταν μικρά παιδιά;
Ν.Δ. Βέβαια. Είχαν Φρουραρχείο εδώ… Κοίταξε. Οι Γερμανοί ένα διάστημα ήταν πολύ άγριοι. Με τον πόλεμο στο Στάλιγκραντ που γινότανε, έπαθαν μεγάλη ζημιά. Πολλοί τρελαθήκανε από τον πόλεμο.
Π.Μ. Μίλησέ μου για το σαράντα τέσσερα, όταν οι Γερμανοί έκαψαν το χωριό και σκότωσαν πολύ κόσμο. Οι γονείς  σου πού ήτανε;
Ν.Δ. Εδώ ήτανε!
Π.Μ. Ο μπαμπάς σου ήταν εδώ όταν έγινε το ολοκαύτωμα; Η μητέρα σου; Οι αδερφές σου;
Ν.Δ. Και η μητέρα μου και οι αδερφές μου.
Ν.Δ. Μόνο το σπίτι κάηκε και τα ζώα.
Π.Μ. Εσείς προλάβατε να φύγετε;
Ν.Δ. Το πρωί έφυγα εγώ με τα ζώα έξω. Δεν μας άφηναν οι αντάρτες να φύγουμε. Αλλά φύγαμε κρυφά έξω από το βουνό μαζί με έναν άλλο. Και ήρθαν οι Γερμανοί. Σκότωσαν οι αντάρτες τρεις Γερμανούς στο «Νταούλι» και ήρθαν οι Γερμανοί για αντίποινα και…
Π.Μ. Πόσους Γερμανούς σκότωσαν εδώ στο «Νταούλι»;
Ν.Δ. Τρεις Γερμανοί.
Π.Μ. Και μετά τι τους έκαναν; Τους κακοποίησαν;
Ν.Δ. Είπαν ότι τους κακομεταχειρίστηκαν αλλά όχι. Ψέματα είναι.
Π.Μ. Ποιοι αντάρτες ήταν τότε;
Ν.Δ. Ο Υψηλάντης!
Π.Μ. Και οι αντάρτες δεν σας άφηναν να φύγετε από το χωριό. Για ποιο λόγο λέτε;
Ν.Δ. Να μη δημιουργηθεί πανικός. Οι άντρες να απομακρυνθούν από το χωριό λέει. Τα γυναικόπαιδα όχι. Δεν πιστεύω να σκοτώσουν γυναίκες και παιδιά, είπε.
Π.Μ. Σκοτώθηκαν συγγενείς σας εκείνη τη μέρα;
Ν.Δ. Ο πατέρας μου σκοτώθηκε το 1948. Πάτησε νάρκα. Τον έβαλε ο στρατός αγγαρεία. Ας πούμε υπηρεσία.
Π.Μ. Ναι.
Ν.Δ. Και όταν γύρισε πάτησε νάρκα και σκοτώθηκε.
Π.Μ. Σε ποιο μέρος πήγατε και κρυφτήκατε εσείς;
Ν.Δ. Εδώ προς τον Προφήτη Ηλία.
Π.Μ. Και όταν επιστρέψατε την άλλη μέρα, τι γίνονταν εδώ. Τι βρήκατε;
Ν.Δ. Τίποτες. Βρωμούσε από πτώματα. Βέβαια. Εγώ γύρισα τη νύχτα με έναν άλλον και λέει οι Γερμανοί φύγανε. Αλλά εδώ μέσα ούρλιαζάνε και τα ζώα φώναζαν. Κόσμος, τραυματίες, ξέρω γω τι, και βρήκαμε το πρώτο θύμα στην άκρα απ΄το χωριό. Νόμιζα ήταν η αδερφή μου. Αλλά δεν ήταν η αδερφή μου. Λοιπόν… και ήρθε ύστερα ο αδερφός της και την πήρε. Και μπήκαμε εδώ μέσα και τι να δούμε! Τι να δούμε… Άλλοι καίγονταν και  ούρλιαζαν και δεν μπορούσαμε να τους θάψουμε γιατί περνούσαν οι Γερμανοί. Αν ακούγαμε βοή, φοβόμασταν. Να φύγουμε… έρχονται οι Γερμανοί. Εμείς υπαγόμασταν στο νομό Φλωρίνης. Επαρχία Καστοριάς. Κι ήρθαν απ΄τη Φλώρινα και έδωσαν εντολή να μάσουν τα θύματα. Τους σκοτωμένους να τους θάψουν. Μες στις αυλές τους θάβανε. Δεν προλάβαιναν, που να τους θάψουν. Άλλους τους πήγαν στην Παναγία, άλλους στο νεκροταφείο. Άλλους που δεν είχαν ζώα(για  να τους μεταφέρουν) τους θάβανε στις αυλές. Και σιγά-σιγά άρχισε να παίρνει ένα ρυθμό το χωριό. Κατεστραμμένο εντελώς.
Π.Μ. Είχατε βρει το σπίτι κατεστραμμένο. Είχατε πολλά ζώα;
Ν.Δ. Είχαμε πέντε, έξι αγελάδια.
Π.Μ. Με αυτά ζούσατε.
Ν.Δ. Ο πατέρας μου ήταν καπνεργάτης.
Π.Μ. Όταν μπήκατε στο χωριό και βλέπατε τον δρόμο γεμάτο νεκρούς, υπήρχαν παιδιά, συμμαθητές σας, γείτονες που βλέπατε σ΄αυτή την κατάσταση;
Ν.Δ. Ναι, ναι, ναι…
Π.Μ. Τι νιώθατε;
Ν.Δ. Τι να νιώσω; Μη συζητάς. Σκεφτόμασταν καλά που φύγαμε και δεν ακούσαμε τους αντάρτες. Αν καθόμασταν θα μας σκότωναν. Στην αυλή εμείς είχαμε μια κουτσίνα, ένα κοτέτσι, που έβαζαν τα γουρούνια. Και δίπλα κάθονταν ένας δάσκαλος. Τρύπης λέγονταν. Το κορίτσι του, ήταν ένα χρόνο μεγαλύτερο από μένα πήγε και κρύφτηκε στο κοτέτσι μέσα. Και σώθηκε. Και είδε ότι μπήκε ένας στο σπίτι μας (να κρυφτεί). Τον έριξε από πάνω ο Γερμανός και τον σκότωσε και μετά έκαψαν το σπίτι. Κι όταν πήγα το πρωί εγώ με φώναξε: «Νίκοοο, εδώ είμαι!» «Ποια είσαι;» «Η Βούλα. Έτσι κι έτσι. Ο Σίμος του Τόττα μπήκε μέσα και το ΄καψαν το σπίτι»!
Π.Μ. Χάσατε συγγενείς, εσείς τότε;
Ν. Δ. Θείες! Την Ουρανία Δόλλα. Τα κορίτσια δε θυμάμαι πως τα έλεγαν.
Π.Μ. Ξαδέρφες σου ήταν;
Ν.Δ. Ναι.
Π.Μ. Τι έλεγε τότε ο κόσμος. Ποιος έφταιγε γι΄αυτή την κατάσταση;
Ν.Δ. Η κατάσταση. Οι αντάρται  ήθελάνε να το κάψουν το χωριό, να σηκωθούν οι άντρες να γίνουν αντάρται. Αλλά κανένας δεν έφυγε.
Π.Μ. Ποιος το υποκίνησε όλο αυτό;
Ν.Δ. Ο Υψηλάντης! Ο Υψηλάντης είχε έρθει εδώ από βραδύς να τακτοποιήσει τα πράγματα. Και… είχε εντολή να χτυπήσει στη θέση «Νταούλι». Και ανταμωθήκαν με έναν εδώ. Ανθυπολοχαγός ήταν στην Αλβανία. Και ανταμωθήκανε, φιληθήκανε. Τον Υψηλάντη τον έλεγαν Αλέκο. Τον άλλο, τον δικό μας τον έλεγαν Κώστα. Κώστα, Αλέκο, πώς πάει, «Αμάν ρε Αλέκο θα μας κάνεις κακό!»  « Τι να κάνω, έχω εντολή να χτυπήσω στη θέση Νταούλι!» ( Ο κύριος Νίκος χτυπάει δυνατά το μπαστούνι του στο πάτωμα τρεις φορές, καθώς λέει τα τελευταία λόγια). «Στρατιώτης έκανες. Όταν παίρνεις μια διαταγή, πρέπει να την εκτελέσεις; Έτσι και εγώ. Ας παν στο Γέρμα, είναι το επιτελείο εκεί, να με φέρουν ένα χαρτί και να μη χτυπήσω στη θέση «Νταούλι» να χτυπήσω πάρα πέρα». Στάθηκε αδύνατο!
Π.Μ. Αυτά ποιος σου τα είπε εσένα κύριε Νίκο; Από ποιον τα άκουσες;
Ν.Δ. Εγώ, εκείνα τα λόγια, ήμουν εδώ και τα άκουσα. Ήμουν παρών. Τα άκουσα με τα αυτιά μου. «Θα μας κάνεις κακό» του είπε. Λέει, « δεν ακούστηκε, εδώ, λέει, να σκοτώσουν γυναικόπαιδα». «Οι άντρες να αποτραβηχτούνε». «Δεν φαντάζομαι να σκοτώσουν γυναικόπαιδα».
Π.Μ. Ο Υψηλάντης πώς ήταν στην όψη; Τον θυμάστε καθόλου;
Ν.Δ. Πώς! Κοντούλης ήτανε. Κοντούλης αλλά δραστήριος. Από τη Σιάτστα!
Π.Μ. Και ο δικός σας ο Κώστας; Πώς λέγονταν στο επίθετο;
Ν.Δ. Κοπέλος.
Π.Μ. Ήταν κι αυτός αντάρτης;
Ν.Δ. Αυτός υπηρέτησε τη θητεία του στην Αλβανία, έγινε Κατοχή και ήρθε εδώ. Στο σπίτι του. Γλίτωσε στην Αλβανία.
Π.Μ. Ένα μήνα μετά, αρχές Μαίου φέρανε εδώ στο Νταούλι δέκα άντρες από το Βογατσικό και τους εκτέλεσαν.
Ν.Δ. Τους εκτέλεσαν, ναι.
Π.Μ. Τί θυμάστε από αυτό;
Ν.Δ. Οι Γερμανοί έπαθαν μεγάλη ζημιά εδώ στο Νταούλι. Δεν μπόρεσαν να βρουν άντρες εδώ, βρήκαν  άντρες στα χωράφια στο Βογατσικό. Γεωργοί, κτηνοτρόφοι… Τους έμασαν από κει και τους έφεραν στο «Νταούλι» και τους κρε-μά-σα-νε!
Π.Μ. Γιατί τους έφεραν εδώ λέτε εσείς;
Ν.Δ. Αντίποινα! Λέει, στο μέρος που σκότωσαν τους Γερμανούς, εκεί θα σκοτώσουμε κι αυτούς. Για τους αντάρτες. Ήταν και η γυναίκα μου εκεί και είδε από αυτούς τους κρεμασμένους και είδε τα μυαλά τους κάτω. Από τότε δεν τρώει μυαλό ούτε από αρνί, ούτε από οτιδήποτε άλλο. Τους κρέμασαν και μετά τους έδωσαν τη χαριστική. Άσε που μόλις τους κρεμούσαν, μονομιάς, ακαριαίος θάνατος!
Π.Μ. Τι άλλο λέγανε γι΄αυτούς τους άντρες;
Ν.Δ. Τάχα μου ήταν συνεργάτες με τους αντάρτες!
{…}

Βογατσικό Κωνσταντίνος Απ. Δεληγιάννης  ημερομ. Γέννησης 1931
Εικόνα: Κωνσταντίνος Απ. Δεληγιάννης

Αυτοί… οι Γερμανοί, κυνηγούσαν τους αντάρτες από το Βέρμιο. Πολλούς… όχι (λίγους) και περνούσαν απ΄ το ποτάμι απέναντι. Απέναντι, στο Βόϊο ήταν η «Ελευθέρα Ελλάδα» και τους κυνηγούσαν… Οι δικοί μας, όλη νύχτα περνούσαν τους αντάρτες  πέρα. Ο Λάκης ο Βαδραχάνης βοήθησε πολλούς τότε. Είχε ένα κουτί με σύρμα στα παλιάμπελα. Οι Γερμανοί άνοιξαν τη λίμνη και το ποτάμι ήταν απέραντο. Έπρεπε να ξέρεις ακριβώς τον  πόρο για να περάσεις. Και έκαναν αλυσίδα, ένας αγκαλιά πίσω απ΄τον άλλον… Κόβεταν η αλυσίδα… Πνίγηκαν πολλοί τότε. Οι αντάρτες ξεκίνησαν απ΄το Βέρμιο. Τους κυνηγούσαν οι Γερμανοί και κατέβηκαν μέχρι το ποτάμι. Εδώ στην «Πλάκα» ήταν τα δικά μας τα παιδιά. Κρύφκαν. Οι Γιρμανοί τους ήβλιπαν και τους έβγαζαν μέσα απ΄ τα κλαδιά. Ο Δήμος ο Βιτανιώτης, πιο ψύχραιμος έκατσε κι όργωνε, μι τα βόδια. Δεν κρύφκι. Τον Δήμο δεν τον πείραξαν ενώ τα αδέρφια τ΄… Τον αδερφό του τον Απόστολο τον πήραν. Τον μπαμπά τους τον Λάμπρο τον σκότωσαν εκεί στ΄ν «Μπάνια». Τα αδέρφια Πορτοτάση, ο Χρήστος και ο Θανάσης ήταν με τα πρόβατα στα «Λαζαράκια». Τους πήραν. Ο δάσκαλος ο Μπάγγος, ο Ρακάς, ο Σταυρίδης… Ο Οικονόμου ο Δήμος. Τον Δήμο τον πήραν. Γειτονιά ήμασταν. Ήταν νέος αλλά, μεγαλύτερος από μένα.
Τους βρήκαν κρυμμένους. Τους πήραν. Δεν ρωτούσαν οι Γερμανοί τότε τι είσαι. Είσαι κουμμουνιστής; Γιατί τους πήγαν στο «Νταούλι» και τους σκότωσαν δεν ξέρω. Ο λόγος, δεν ξέρω. Ο κόσμος είχε τρομοκρατηθεί. Εκτέλεση!
Πηγές
 Το αίμα των Αθώων. Αντίποινα των  Γερμανικών Αρχών Κατοχής στη Μακεδονία, 1941-1944.Διδακτορική Διατριβή του Στράτου Δορδανά, σελ. 389, 394, 399, 401, 407
Μαγνητοφωνημένες συνεντεύξεις : Νικόλαος Δόλλας, Κωνσταντίνος Δεληγιάννης, Δημήτριος Μπούρντας.